ἀναγνωσμάτων

ἀναγνωσμάτων
ἀνάγνωσμα
reading
neut gen pl

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • МИХАИЛ ПСЕЛЛ —          (светское имя Константин или Констант) (1018, Константинополь, 90 е гг. 11 в., там же), визант. писатель, философ, учёныйэнциклопедист и гос. деятель. Был секретарём императора, руководителем филос. школы, воспитателем наследника… …   Философская энциклопедия

  • ιερολογία — ἡ (ΑΜ ἱερολογία, Α ιων. τ. ἱρολογίη) [ιερολόγος] (νεοελλ. μσν.) ιεροτελεστία, η θρησκευτική τελετή, τα κείμενα τών αναγνωσμάτων, ψαλμάτων και ευχών κατά την τέλεση μυστηρίου μσν. αρχ. 1. ομιλία περί θρησκευτικών θεμάτων 2. ιερά λόγια, προσευχές …   Dictionary of Greek

  • μέλας — I Επώνυμο μεγάλης ηπειρωτικής οικογένειας με καταγωγή από τα Ιωάννινα. Μετά τον φόνο του αρματολού Γιάννου Μ. και τη δήμευση της μεγάλης αγροτικής περιουσίας της οικογένειας από τους Τούρκους κατά τα μέσα του 17ου αι., πολλά μέλη της αναγκάστηκαν …   Dictionary of Greek

  • μελάς — I Επώνυμο μεγάλης ηπειρωτικής οικογένειας με καταγωγή από τα Ιωάννινα. Μετά τον φόνο του αρματολού Γιάννου Μ. και τη δήμευση της μεγάλης αγροτικής περιουσίας της οικογένειας από τους Τούρκους κατά τα μέσα του 17ου αι., πολλά μέλη της αναγκάστηκαν …   Dictionary of Greek

  • μηνολόγιο — Λειτουργικό βιβλίο της Βυζαντινής Εκκλησίας παράλληλο με το Μαρτυρολόγιο της Δυτικής. Περιέχει σύντομους βίους αγίων, σύμφωνα με την εορτολογική τους σειρά (1η Σεπτεμβρίου 31η Αυγούστου) και χρησιμοποιείται κυρίως στα μοναστήρια. To M. ονομάζεται …   Dictionary of Greek

  • Αποστολίδης, Βασίλειος — (Σέρρες 1827 – Αλεξάνδρεια 1910).Γιατρός και ερασιτέχνης αρχαιολόγος από την Τραπεζούντα. Σπούδασε ιατρική στην Αθήνα και τη Βιέννη. Το 1863 εγκαταστάθηκε στην Αίγυπτο, όπου παράλληλα με την ιατρική επιδόθηκε και στην αρχαιολογία. Ο Α. υποστήριζε …   Dictionary of Greek

  • Δαμασκηνός Στουδίτης — (Θεσσαλονίκη αρχές 16ου αι. – 1575;). Συγγραφέας λαϊκών θρησκευτικών αναγνωσμάτων και μητροπολίτης Ναυπάκτου και Άρτας (1574; 75;). Οι πληροφορίες που έχουμε για τη ζωή του είναι αμφίβολες και ανεπαρκείς. Είναι γνωστό πάντως ότι υπήρξε μαθητής… …   Dictionary of Greek

  • Ιαπωνία — Επίσημη ονομασία: Αυτοκρατορία της Ιαπωνίας Έκταση: 377.835 τ. χλμ. Πληθυσμός: 126.771.662 (2001) Πρωτεύουσα: Τόκιο (8.130.408 κάτ. το 2000)Νησιωτικό κράτος της ανατολικής Ασίας, χωρίς σύνορα στην ξηρά με άλλη χώρα. Βρέχεται στα Β από την… …   Dictionary of Greek

  • Κάσσης, Κυριάκος — (Πάλυρος Μάνης 1946 –). Ζωγράφος και λογοτέχνης. Σπούδασε νομικά στην Αθήνα και σκηνοθεσία κινηματογράφου και συντήρηση έργων τέχνης στο Παρίσι. Έλαβε ενεργό μέρος στο φοιτητικό αντιστασιακό κίνημα εναντίον της απριλιανής δικτατορίας (1967 74)… …   Dictionary of Greek

  • Μακρόπουλος, Θεόδωρος — (Μεσολόγγι 1900 – 1978). Εκπαιδευτικός και συγγραφέας. Σπούδασε στη φιλοσοφική σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Σταδιοδρόμησε ως καθηγητής σε σχολεία της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, ενώ παράλληλα ασχολήθηκε και με τη λογοτεχνία. Στα ελληνικά… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”